Σε κάμαρη άδεια και μικρή, τέσσαρες τοίχοι μόνοι,
και σκεπασμένοι με ολοπράσινα πανιά,
καίει ένας πολυέλαιος ωραίος και κορώνει·
και μες στη φλόγα του την καθεμιά πυρώνει
μια λάγνη πάθησις, μια λάγνη ορμή.
Μες στην μικρή την κάμαρη, που λάμπει αναμμένη
από του πολυελαίου την δυνατή φωτιά,
διόλου συνηθισμένο φως δεν είν’ αυτό που βγαίνει.
Γι’ άτολμα σώματα δεν είναι καμωμένη
αυτής της ζέστης η ηδονή.
(1914)
και σκεπασμένοι με ολοπράσινα πανιά,
καίει ένας πολυέλαιος ωραίος και κορώνει·
και μες στη φλόγα του την καθεμιά πυρώνει
μια λάγνη πάθησις, μια λάγνη ορμή.
Μες στην μικρή την κάμαρη, που λάμπει αναμμένη
από του πολυελαίου την δυνατή φωτιά,
διόλου συνηθισμένο φως δεν είν’ αυτό που βγαίνει.
Γι’ άτολμα σώματα δεν είναι καμωμένη
αυτής της ζέστης η ηδονή.
(1914)