Κάποτε, μιὰ τυχαία κι ἐντελῶς ἀσήμαντη λέξη
προσδίδει μιὰ ἀπροσδόκητη σημασία στὸ ποίημα,
ὅπως π.χ. στὸ ἐγκαταλειμμένο ὑπόγειο, ὅπου
στὸ σκοτεινό του χεῖλος περπατάει χωρὶς νόημα μιὰ ἀράχνη,
(χωρὶς νόημα γιὰ σένα, μὰ ἴσως ὄχι γιὰ κείνην).
~
στὸν τόμο: Ποιήματα 1958-1967, τόμ. Θ´, ἔκδ. Κέδρος,
Ἀθήνα, 1989, σ. 216.
Ἀθήνα, 1989, σ. 216.