Δάκρυα! Δάκρυα! Δάκρυα!
Μέσ΄ την ερμιά και μέσ΄ τη νύχτα, δάκρυα,
Που πέφτουν, πέφτουν στάλα – στάλα στο λευκό ακρογιάλι κι η αμμουδιά τα πίνει,
Δάκρυα και μήτ΄ έν΄ άστρο που να λάμπει όλα άνελπα και μαύρα,
Δάκρυα που τρέχουν απ΄ τα υγρά τα μάτια μιανής μορφής με σκεπασμένο πρόσωπο·
Ω ποια είν΄ αυτή η σκιά; Η οπτασία αυτή που κλαίει μέσ’ τα σκοτάδια;
Ποιος όγκος άμορφος, εκεί, είναι τος σκυφτός στην αμμουδιά;
Κύματα δάκρυα και λυγμοί, αγωνίες που μέσα πνίγονται κραυγές τρελλές.
Μην είσ΄ εσύ, εσύ τάχα, ενσαρκωμένη τρικυμία, που υψώνεσαι έτσι και περνάς στον όρμο βιαστικά!
Ω τρικυμία νυχτερινή, πένθιμη κι αγριωπή, με τον αγέρα σου – όλο σπασμούς κι αλλοφροσύνη!
Ω σκιά τόσο ήρεμη κι αξιοπρεπή τη μέρα, με το γαλήνιο πρόσωπό σου και με την ταχτικιά περπατησά σου
Όμως τη νύχτα, άμα κανένας δε σε βλέπει και ξεσπάς – σε τι αβάσταχτον ωκεανόν μεταμορφώνεσαι,
Από δάκρυα! δάκρυα! δάκρυα!
Μέσ΄ την ερμιά και μέσ΄ τη νύχτα, δάκρυα,
Που πέφτουν, πέφτουν στάλα – στάλα στο λευκό ακρογιάλι κι η αμμουδιά τα πίνει,
Δάκρυα και μήτ΄ έν΄ άστρο που να λάμπει όλα άνελπα και μαύρα,
Δάκρυα που τρέχουν απ΄ τα υγρά τα μάτια μιανής μορφής με σκεπασμένο πρόσωπο·
Ω ποια είν΄ αυτή η σκιά; Η οπτασία αυτή που κλαίει μέσ’ τα σκοτάδια;
Ποιος όγκος άμορφος, εκεί, είναι τος σκυφτός στην αμμουδιά;
Κύματα δάκρυα και λυγμοί, αγωνίες που μέσα πνίγονται κραυγές τρελλές.
Μην είσ΄ εσύ, εσύ τάχα, ενσαρκωμένη τρικυμία, που υψώνεσαι έτσι και περνάς στον όρμο βιαστικά!
Ω τρικυμία νυχτερινή, πένθιμη κι αγριωπή, με τον αγέρα σου – όλο σπασμούς κι αλλοφροσύνη!
Ω σκιά τόσο ήρεμη κι αξιοπρεπή τη μέρα, με το γαλήνιο πρόσωπό σου και με την ταχτικιά περπατησά σου
Όμως τη νύχτα, άμα κανένας δε σε βλέπει και ξεσπάς – σε τι αβάσταχτον ωκεανόν μεταμορφώνεσαι,
Από δάκρυα! δάκρυα! δάκρυα!