Κλεισμένη στα όνειρά της, στα χέρια μου κλεισμένη
ανασαίνει στην ύπαρξή μου
η ζωή των ωρών ταιριασμένη σε ένα άλλο είδος χρόνου ανακριβή μισά άνισων ωρών κύματα ύπνου
θα πνιγούν ή θα περάσουν!
αφήνοντάς μας απείραχτους
με το όχι τόσο αιθερικό φορτίο των ονείρων
Θραύσματα από ένα τόπο που απέρριψα
σκέψεις δανεισμένες από ένα παλιό σύστημα
συνεχίζουν να εισβάλλουν στην τωρινή μου κατάσταση
άσκοπες περιπλανήσεις με φέρνουν πίσω στο βουδιστικό Κολοράντο
Ποτέ ο Άθως δεν ήταν πιο κοντά μου
δε χρειάζομαι εικόνες για να ταξιδέψω από την Αλεξάνδρεια ως τις χαράδρες του Θιβέτ.
***
"Θα 'θελα να φτιάξω έναν ουρανό
να 'χω τώρα που νύχτωσε ένα στερέωμα να κοιτάζω
θα το 'καμνα μεγάλο, γιομάτο άστρα με σχήματα παράξενα
θα του 'βαζα αντίς από 'να, δυο φεγγάρια ανόμοια
το 'να μικρό σαν παιδί, τ' άλλο μεγάλο σαν παράπονο.
Δε θα πήγαιναν τα δυο πάντα μαζί
το πρώτο θα πλάγιαζε κοντά στο βορρά
και το μεγάλο θα 'ρχότανε απάνου απ' το ρολόι μου να σημάνει
μεσάνυχτα..."
[...]
"Προτού ξημερώσει ακούγονται φιλιά
είν' τα φεγγάρια που πέφτουν και χτυπιούνται.
Όταν ξυπνώ, ξυπνώ από κούραση το κορμί μου μοιάζει σα να υπέφερε."
ανασαίνει στην ύπαρξή μου
η ζωή των ωρών ταιριασμένη σε ένα άλλο είδος χρόνου ανακριβή μισά άνισων ωρών κύματα ύπνου
θα πνιγούν ή θα περάσουν!
αφήνοντάς μας απείραχτους
με το όχι τόσο αιθερικό φορτίο των ονείρων
Θραύσματα από ένα τόπο που απέρριψα
σκέψεις δανεισμένες από ένα παλιό σύστημα
συνεχίζουν να εισβάλλουν στην τωρινή μου κατάσταση
άσκοπες περιπλανήσεις με φέρνουν πίσω στο βουδιστικό Κολοράντο
Ποτέ ο Άθως δεν ήταν πιο κοντά μου
δε χρειάζομαι εικόνες για να ταξιδέψω από την Αλεξάνδρεια ως τις χαράδρες του Θιβέτ.
***
"Θα 'θελα να φτιάξω έναν ουρανό
να 'χω τώρα που νύχτωσε ένα στερέωμα να κοιτάζω
θα το 'καμνα μεγάλο, γιομάτο άστρα με σχήματα παράξενα
θα του 'βαζα αντίς από 'να, δυο φεγγάρια ανόμοια
το 'να μικρό σαν παιδί, τ' άλλο μεγάλο σαν παράπονο.
Δε θα πήγαιναν τα δυο πάντα μαζί
το πρώτο θα πλάγιαζε κοντά στο βορρά
και το μεγάλο θα 'ρχότανε απάνου απ' το ρολόι μου να σημάνει
μεσάνυχτα..."
[...]
"Προτού ξημερώσει ακούγονται φιλιά
είν' τα φεγγάρια που πέφτουν και χτυπιούνται.
Όταν ξυπνώ, ξυπνώ από κούραση το κορμί μου μοιάζει σα να υπέφερε."
Ευχαριστώ την κ. Αγγελική Κ. που μου έστειλε το ποίημα
Ο Νικόλας Κάλας ή Νικήτας Ράντος (πραγματικό όνομα: Νικόλαος Καλαμάρης, Λωζάνη, 1907 - Νέα Υόρκη, 1988) ήταν Έλληνας ποιητής. Χρησιμοποιούσε επίσης τα ψευδώνυμα Μ. Σπιέρος και N.Calas στα θεωρητικά και κριτικά του κείμενα. Είναι ένας από τους πρώτους ποιητές που χρησιμοποίησαν ελεύθερο στίχο στην δεκαετία του ’30. Εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του στην Αθήνα σε νεαρή ηλικία και σπούδασε στην Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Την περίοδο αυτή, δηλαδή μεταξύ 1924 με 1927 υπήρξε μέλος της Φοιτητικής Συντροφιάς. Το 1933 εξέδωσε ως Νικήτας Ράντος την πρώτη του συλλογή, Ποιήματα, και το 1934 αναχώρησε για το Παρίσι, όπου εντάχθηκε στην υπερρεαλιστική ομάδα. Στα προλεγόμενα ενός τρίτου μανιφέστου του υπερρεαλισμού, ο Αντρέ Μπρετόν τον κατέταξε στα «πιο φωτεινά και τα πιο τολμηρά» μυαλά της εποχής. Εκτός από το ποιητικό του έργο μετέφρασε Τ. Σ. Έλιοτ (μαζί με τον Τάκη Παπατσώνη ο Κάλας υπήρξε πρώτος μεταφραστής του Τόμας Έλιοτ στα ελληνικά.) και Λουί Αραγκόν και συνεργάστηκε με ελληνικά και διεθνή περιοδικά όπου δημοσίευε θεωρητικά κείμενα και δοκίμια. Το 1977 τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο ποίησης για την συλλογή του Οδός Νικήτα Ράντου, που είχε δημοσιεύσει με το ψευδώνυμο Νικόλας Κάλας. Υπήρξε πολιτικοποιημένος καλλιτέχνης, που ασπάστηκε τον τροτσκισμό, χωρίς δογματισμούς. Υπήρξε ο πρώτος της γενιάς του που αναγνώρισε τη σημασία της ποίησης του Καβάφη.