Α! ποιος θα φανταζόταν βλέποντάς μας σήμερα
καθώς καταπιανόμαστε με τούτα και με κείνα
καθώς κουμπώνεις το πουκάμισο εμπρός απ’ τον καθρέφτη
κι εγώ στρώνω το κρεβάτι
χώνοντας την άκρη του σεντονιού κάτω απ’ το στρώμα
πως πάνω του χθες τη νύχτα κυλιόμασταν γυμνοί
δίχως ίχνος της ευπρέπειας που μ’ αυτήν μας βλέπει
ο κόσμος.
Ποιος θα ’λεγε πως αναμαλλιαζόμαστε πάνω στο μαξιλάρι
πως στενάζουμε και τυλιγόμαστε σαν φίδια
με δόντια λερωμένα απ’ το μήλο του Δέντρου της Ζωής.
Μιλάς για όσα έχεις να κάνεις,
για τις υποχρεώσεις σου που σε καλούν στην πόλη.
Εγώ σηκώνω το ρούχο και τελειώνω με το ντύσιμο.
Το κρεβάτι ήδη στρωμένο. Το κάλυμμα στη θέση του. Τα μαξιλάρια.
Οι κουρτίνες τραβηγμένες, ο ήλιος.
Μυστική κρατούμε τη λαγνεία μας
όπως άλλωστε όλοι.
Κι εγώ, μια ακόμη από εκείνες που σήμερα θα γράψουν στα γραφεία τους,
θα φροντίσουν τα παιδιά τους ή θα παραδώσουν μάθημα,
διερωτώμενες αν είναι ακόμη αυτές οι ίδιες
που με τον ερχομό της νύχτας
παραδόθηκαν στην παραφορά.
καθώς καταπιανόμαστε με τούτα και με κείνα
καθώς κουμπώνεις το πουκάμισο εμπρός απ’ τον καθρέφτη
κι εγώ στρώνω το κρεβάτι
χώνοντας την άκρη του σεντονιού κάτω απ’ το στρώμα
πως πάνω του χθες τη νύχτα κυλιόμασταν γυμνοί
δίχως ίχνος της ευπρέπειας που μ’ αυτήν μας βλέπει
ο κόσμος.
Ποιος θα ’λεγε πως αναμαλλιαζόμαστε πάνω στο μαξιλάρι
πως στενάζουμε και τυλιγόμαστε σαν φίδια
με δόντια λερωμένα απ’ το μήλο του Δέντρου της Ζωής.
Μιλάς για όσα έχεις να κάνεις,
για τις υποχρεώσεις σου που σε καλούν στην πόλη.
Εγώ σηκώνω το ρούχο και τελειώνω με το ντύσιμο.
Το κρεβάτι ήδη στρωμένο. Το κάλυμμα στη θέση του. Τα μαξιλάρια.
Οι κουρτίνες τραβηγμένες, ο ήλιος.
Μυστική κρατούμε τη λαγνεία μας
όπως άλλωστε όλοι.
Κι εγώ, μια ακόμη από εκείνες που σήμερα θα γράψουν στα γραφεία τους,
θα φροντίσουν τα παιδιά τους ή θα παραδώσουν μάθημα,
διερωτώμενες αν είναι ακόμη αυτές οι ίδιες
που με τον ερχομό της νύχτας
παραδόθηκαν στην παραφορά.
~
μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη (ιστολόγιο)
Η Τζιοκόντα Μπέλι (1948) είναι Νικαραγουανή ποιήτρια, μυθιστοριογράφος και πολιτική ακτιβίστρια, ιταλικής καταγωγής. Συμμετείχε στη Νικαραγουανή Επανάσταση σε νεαρή ηλικία και κατείχε σημαντικά αξιώματα στο επαναστατικό κόμμα των Σαντινίστας, απ’ το οποίο όμως απεχώρησε το 1993 λόγω διαφωνίας με τον χαρακτήρα που αυτό είχε αποκτήσει, μα και για ν’ αφιερωθεί στη συγγραφή. Η ποίηση και τα μυθιστορήματά της έχουν βραβευθεί επανειλημμένα, και η ίδια θεωρείται απ’ τους σημαντικότερους συγγραφείς της κεντρικής Αμερικής. Είναι παντρεμένη κι έχει τέσσερα παιδιά.