Δείτε πόσο αποδοτικό είναι ακόμα,
πόσο διατηρείται σε φόρμα
το μίσος στον αιώνα μας.
Πόσο εύκολα υπερπηδά και τα πιο ψηλά εμπόδια.
Με τι ταχύτητα εφορμά, πόσο γρήγορα μας εντοπίζει.
Δεν είναι σαν τα άλλα αισθήματα.
Ταυτόχρονα μαζί το πιο γηραλέο και το πιο νεαρό.
Από μόνο του γεννοβολάει αιτίες
που το ζωογονούν.
Όταν κοιμάται δεν πρόκειται ποτέ για αιώνια ανάπαυση.
Κι η αϋπνία δεν εξαντλεί τη ρώμη του, τη θρέφει.
Κάποια θρησκεία ή μια άλλη
όποια και να ‘ναι το βρίσκει έτοιμο, στην αφετηρία.
Μια γενέθλια πατρίδα ή μια άλλη
όποια και να ‘ναι το βοηθάει να βρει ένα σημείο εκκίνησης.
Για κινητοποίηση αρκεί ακόμα κι η δικαιοσύνη,
μέχρι ν’ αποκτήσει τη δική του ορμή.
Μίσος. Μίσος.
Με το πρόσωπό του στρεβλωμένο σε μια γκριμάτσα ερωτικής έκστασης.
Αχ, αυτά τα άλλα αισθήματα,
χωρίς πάθος, φιλάσθενα.
Από πότε η αδελφότητα προσελκύει τα πλήθη;
Πότε ησυμπόνια τερμάτισε πρώτη;
Πότε πραγματικά η αμφιβολία ξεσήκωσε τον όχλο;
Μόνο το μίσος κατέχει αυτό που παίρνει.
Προικισμένο, δραστήριο, δουλεύει σκληρά.
Χρειάζεται ν’ αναφέρουμε πόσα τραγούδια έχει συνθέσει;
Όλες τις σελίδες που πρόσθεσε στα ιστορικά μας βιβλία;
Πόσα ανθρώπινα χαλιά έστρωσε πάνω σ’ αμέτρητες πλατείες και γήπεδα;
Ας μην έχουμε αυταπάτες.
Ξέρει τον τρόπο να δημιουργεί ομορφιά.
Με τις εξαίσιες λάμψεις πυρκαγιών στους ουρανούς τα μεσάνυχτα.
Με τις μεγαλόπρεπες εκρήξεις απ’ τις βόμβες του στα ρόδινα χαράματα.
Δεν γίνεται ν’ αρνηθεί κανείς το πάθος που εμπνέει απ’ τα ερείπια
και κάποιο ανάρμοστο χιούμορ που ανακαλύπτουμε
στη ρωμαλέα στήλη που προεξέχει ανάμεσά τους.
Το μίσος είναι ένας μάστορας της αντίθεσης
ανάμεσα σε εκρήξεις και νεκρική σιγή,
κόκκινο αίμα και λευκό χιόνι.
Και πάνω απ’ όλα δεν κουράζεται ποτέ
απ’ το πρωταρχικό μοτίβο του – του άψογου δήμιου
που υψώνεται πάνω στο ρυπαρό θύμα του.
Είν’ έτοιμο πάντοτε στις νέες προκλήσεις.
Αν χρειασθεί να περιμένει, θα περιμένει.
Λένε πως είναι τυφλό. Τυφλό;
Έχει το οξύτατο μάτι του ελεύθερου σκοπευτή
και ατενίζει ατρόμητα το μέλλον
όπως μόνο αυτό μπορεί.
~
από το βιβλίο Μια ποιητική διαδρομή, Wisława Szymborska εκδ. Σοκόλη, 2003
μετάφραση: Βασίλης Καραβίτης
πόσο διατηρείται σε φόρμα
το μίσος στον αιώνα μας.
Πόσο εύκολα υπερπηδά και τα πιο ψηλά εμπόδια.
Με τι ταχύτητα εφορμά, πόσο γρήγορα μας εντοπίζει.
Δεν είναι σαν τα άλλα αισθήματα.
Ταυτόχρονα μαζί το πιο γηραλέο και το πιο νεαρό.
Από μόνο του γεννοβολάει αιτίες
που το ζωογονούν.
Όταν κοιμάται δεν πρόκειται ποτέ για αιώνια ανάπαυση.
Κι η αϋπνία δεν εξαντλεί τη ρώμη του, τη θρέφει.
Κάποια θρησκεία ή μια άλλη
όποια και να ‘ναι το βρίσκει έτοιμο, στην αφετηρία.
Μια γενέθλια πατρίδα ή μια άλλη
όποια και να ‘ναι το βοηθάει να βρει ένα σημείο εκκίνησης.
Για κινητοποίηση αρκεί ακόμα κι η δικαιοσύνη,
μέχρι ν’ αποκτήσει τη δική του ορμή.
Μίσος. Μίσος.
Με το πρόσωπό του στρεβλωμένο σε μια γκριμάτσα ερωτικής έκστασης.
Αχ, αυτά τα άλλα αισθήματα,
χωρίς πάθος, φιλάσθενα.
Από πότε η αδελφότητα προσελκύει τα πλήθη;
Πότε ησυμπόνια τερμάτισε πρώτη;
Πότε πραγματικά η αμφιβολία ξεσήκωσε τον όχλο;
Μόνο το μίσος κατέχει αυτό που παίρνει.
Προικισμένο, δραστήριο, δουλεύει σκληρά.
Χρειάζεται ν’ αναφέρουμε πόσα τραγούδια έχει συνθέσει;
Όλες τις σελίδες που πρόσθεσε στα ιστορικά μας βιβλία;
Πόσα ανθρώπινα χαλιά έστρωσε πάνω σ’ αμέτρητες πλατείες και γήπεδα;
Ας μην έχουμε αυταπάτες.
Ξέρει τον τρόπο να δημιουργεί ομορφιά.
Με τις εξαίσιες λάμψεις πυρκαγιών στους ουρανούς τα μεσάνυχτα.
Με τις μεγαλόπρεπες εκρήξεις απ’ τις βόμβες του στα ρόδινα χαράματα.
Δεν γίνεται ν’ αρνηθεί κανείς το πάθος που εμπνέει απ’ τα ερείπια
και κάποιο ανάρμοστο χιούμορ που ανακαλύπτουμε
στη ρωμαλέα στήλη που προεξέχει ανάμεσά τους.
Το μίσος είναι ένας μάστορας της αντίθεσης
ανάμεσα σε εκρήξεις και νεκρική σιγή,
κόκκινο αίμα και λευκό χιόνι.
Και πάνω απ’ όλα δεν κουράζεται ποτέ
απ’ το πρωταρχικό μοτίβο του – του άψογου δήμιου
που υψώνεται πάνω στο ρυπαρό θύμα του.
Είν’ έτοιμο πάντοτε στις νέες προκλήσεις.
Αν χρειασθεί να περιμένει, θα περιμένει.
Λένε πως είναι τυφλό. Τυφλό;
Έχει το οξύτατο μάτι του ελεύθερου σκοπευτή
και ατενίζει ατρόμητα το μέλλον
όπως μόνο αυτό μπορεί.
~
από το βιβλίο Μια ποιητική διαδρομή, Wisława Szymborska εκδ. Σοκόλη, 2003
μετάφραση: Βασίλης Καραβίτης