Κοιμάτ' ο Νέρων εν τω ανακτόρω του
ήσυχος, ασυνείδητος, και ευτυχής -
ακμαίος εν τη ευρωστία της σαρκός
κ' εν τω ωραίω σφρίγει της νεότητος.
Αλλά οι Λάρητές του είν' ανήσυχοι.
Τρέμουσι της εστίας οι μικροί θεοί,
και τα ασήμαντά των σώματα ζητούν
να κρύψουν, να μικρύνουν, ν' αφανίσωσι.
Διότι ήκουσαν κρότον απαίσιον -
κρότον Ταρτάρειον, κρότον θανάσιμον -
ερχόμενον από την κλίμακα, και ευθύς
οι δείλαιοι Λάρητες, με λιπόθυμον
όλην την ασθενή αυτών θεότητα,
εμάντευσαν, ησθάνθησαν, εγνώρισαν
τα φοβερά των Ευμενίδων βήματα.
ήσυχος, ασυνείδητος, και ευτυχής -
ακμαίος εν τη ευρωστία της σαρκός
κ' εν τω ωραίω σφρίγει της νεότητος.
Αλλά οι Λάρητές του είν' ανήσυχοι.
Τρέμουσι της εστίας οι μικροί θεοί,
και τα ασήμαντά των σώματα ζητούν
να κρύψουν, να μικρύνουν, ν' αφανίσωσι.
Διότι ήκουσαν κρότον απαίσιον -
κρότον Ταρτάρειον, κρότον θανάσιμον -
ερχόμενον από την κλίμακα, και ευθύς
οι δείλαιοι Λάρητες, με λιπόθυμον
όλην την ασθενή αυτών θεότητα,
εμάντευσαν, ησθάνθησαν, εγνώρισαν
τα φοβερά των Ευμενίδων βήματα.