Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

Μολιέρος (Molière)

«Ο Ταρτούφος» (1664)

Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

Μολιέρος (Molière)

«Ο αρχοντοχωριάτης» (1670)

Μολιέρος (Molière)

«Ντον Ζουάν» (1665)

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Όνειρο Θερινής Νυκτός»

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα»

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Ματωμένος Γάμος»

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ

«Ο μικρός πρίγκηπας»

Αντόν Τσέχωφ

«Ένας αριθμός»

Ντάριο Φο

«Ο τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού»

Ευγένιος Ιονέσκο

«Ρινόκερος»

Έντγκαρ Άλαν Πόε

«Ιστορίες αλλόκοτες»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

«Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι»

721 Ποιητές - 8.160 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Η ιστορία και η ρίζα μιας έκφρασης: "είναι από τζάκι"

Στη διάρκεια της ιστορίας οι κατά καιρούς διοικήσεις πάντα έβρισκαν διάφορους δίκαιους και άδικους φόρους να επιβάλλουν στους πολίτες, ώστε να γεμίσουν τα συνήθως άδεια κρατικά ταμεία. Εκτός από το εισόδημα συχνά κατέφευγαν στην επιβολή τεκμαρτών φόρων, δηλαδή φόρων με βάση κάποια αντικειμενικά προκαθορισμένα κριτήρια, για τον πλούτο που διαθέτει κάποιος. Στη σύγχρονη εποχή κάτι τέτοιο μπορεί να είναι το αυτοκίνητο, το κινητό ή η πισίνα,
παλιότερα ωστόσο τα κριτήρια ήταν διαφορετικά.

Το αναμμένο τζάκι, για παράδειγμα, ήταν ένδειξη πλούτου. Γράφει ο Καζαντζάκης στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»: « …δίπλα από τους ανθρώπους που κρυώνουν και πεινούν <…> [είναι] άλλοι που τρων τον αβλέμονα, κι είναι πάντα αναμμένα τα τζάκια τους.»

Στα βυζαντινά χρόνια ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α, (802-811 μ.Χ.), επανέφερε έναν παλαιότερο δασμό, το φόρο του καπνού. Φυσικά, όχι του άγνωστου τότε στης Ευρώπη τσιγάρου, αλλά του καπνού που βγαίνει από τις καμινάδες. Ο φόρος αναφερόταν στις κατοικίες ακτημόνων εκείνη την εποχή.

Αργότερα ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής (969–976 μ.Χ.) επέκτεινε το φόρο στις πόλεις ανάλογα με τον αριθμό των καπνοδόχων που είχε κάθε σπίτι. Ο κάθε οικογενειάρχης φορολογείτο ανάλογα με τον αριθμό των τζακιών που είχε στο σπίτι του, καθώς αποτελούσαν τεκμήρια πλούτου. Ο φόρος ονομαζόταν «καπνικόν».

Κάπως έτσι προέκυψε η φράση είναι «από τζάκι», από ευκατάστατη δηλαδή οικογένεια.

Υπεύθυνος για τη συλλογή των φόρων ήταν ένας κρατικός υπάλληλος, εφοριακός της εποχής, που ονομαζόταν «καπνικάριος». Ένα τέτοιος υπάλληλος έχτισε την Εκκλησία της Παναγίας της Καπνικαρέας ή Καπνικαρέα, στην οδό Ερμού στο κέντρο της Αθήνας. πηγή

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

 
 
𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης