Για τα Χριστούγεννα υπάρχουν άφθονες διαθέσεις,
Μερικές μπορούμε να τις αψηφήσουμε:
Την μουδιασμένη, την κοινωνική, την ισχυρώς εμπορική,
Την θορυβώδη (όπου οι ταβέρνες λειτουργούν ως τα μεσάνυχτα)
Την παιδική − όχι εκείνη του παιδιού
Όταν είναι άστρο το κερί, κι ο χρυσωμένος άγγελος
Απλώνοντας πτερά στην κορυφή του δέντρου
Δεν είναι απλώς διακόσμηση, μα ο άγγελος.
Θαυμάζει το παιδί το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο:
Μερικές μπορούμε να τις αψηφήσουμε:
Την μουδιασμένη, την κοινωνική, την ισχυρώς εμπορική,
Την θορυβώδη (όπου οι ταβέρνες λειτουργούν ως τα μεσάνυχτα)
Την παιδική − όχι εκείνη του παιδιού
Όταν είναι άστρο το κερί, κι ο χρυσωμένος άγγελος
Απλώνοντας πτερά στην κορυφή του δέντρου
Δεν είναι απλώς διακόσμηση, μα ο άγγελος.
Θαυμάζει το παιδί το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο:
Αφήστε το να συνεχίζει με πνεύμα θαυμασμού
Την Εορτή σαν γεγονός, όχι δεκτή σαν πρόσχημα·
Ώστε η λάμπουσα έκσταση, η έκπληξη
Από το πρωτοθυμημένο Χριστουγεννιάτικο Δέντρο,
Ώστε οι εκπλήξεις να γοητεύονται με νέες προσκτήσεις
(Η καθεμιά με την δική της ερεθιστική ευωδιά),
Την προσδοκία της χήνας ή του διάνου
Το προσδοκούμενο δέος στην εμφάνισή τους,
Ώστε το σέβας και η χαρά
Να μην λησμονηθούν στην ύστερη εμπειρία,
Την γνώση του θανάτου, την συνείδηση της πτώσης,
Ή την ευλάβεια του προσύλητου
Που μπορεί να χρωματίζεται από έπαρση
Δυσάρεστη προς τον Θεό και ασεβή προς τα παιδιά
(Κι εδώ μ’ ευγνωμοσύνη αναπολώ επίσης
Τα κάλαντα της Αγίας Λουκίας και το στέμμα της από φωτιά):
Ώστε πριν από το τέλος, στα ογδοηκοστά Χριστούγεννα
(Δια «ογδοηκοστού» εννοώντας οποιοδήποτε είναι το τελευταίο)
Οι αθροισμένες μνήμες μιας συγκίνησης ετήσιας
Ίσως συγκεντρωθούν σε μια χαρά μεγάλη
Που θα είν’ επίσης ένας μέγας φόβος, όπως επ’ ευκαιρία
Ο φόβος έρχεται σε καθεμιά ψυχή:
Διότι η αρχή θα μας θυμίζει το τέλος
Και η πρώτη παρουσία την δευτέρα παρουσία.
The Cultivation of Christmas Trees
An Ariel Poem, 1954
There are several attitudes towards Christmas,
Some of which we may disregard:
The social, the torpid, the patently commercial,
The rowdy (the pubs being open till midnight),
And the childish ̶ which is not that of the child
For whom the candle is a star, and the gilded angel
Spreading its wings at the summit of the tree
Is not only a decoration, but an angel.
The child wonders at the Christmas Tree:
Let him continue in the spirit of wonder
At the Feast as an event not accepted as a pretext;
So that the glittering rapture, the amazement
Of the first-remembered Christmas Tree,
So that the surprises, delight in new possessions
(Each one with its peculiar and exciting smell),
The expectation of the goose or turkey
And the expected awe on its appearance,
So that the reverence and the gaiety
May not be forgotten in later experience,
In the bored habituation, the fatigue, the tedium,
The awareness of death, the consciousness of failure,
Or in the piety of the convert
Which may be tainted with a self-conceit
Displeasing to God and disrespectful to the children
(And here I remember also with gratitude
St. Lucy, her carol, and her crown of fire):
So that before the end, the eightieth Christmas
(By “eightieth” meaning whichever is the last)
The accumulated memories of annual emotion
May be concentrated into a great joy
Which shall be also a great fear, as on the occasion
When fear came upon every soul:
Because the beginning shall remind us of the end
And the first coming of the second coming.
~
ΠΗΓΗ: ΕΛΙΟΤ, ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΚΕΔΡΟΣ 2008
«Η καλλιέργεια των Χριστουγεννιάτικων δέντρων» (1954)
Μετάφραση: ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
An Ariel Poem, 1954
There are several attitudes towards Christmas,
Some of which we may disregard:
The social, the torpid, the patently commercial,
The rowdy (the pubs being open till midnight),
And the childish ̶ which is not that of the child
For whom the candle is a star, and the gilded angel
Spreading its wings at the summit of the tree
Is not only a decoration, but an angel.
The child wonders at the Christmas Tree:
Let him continue in the spirit of wonder
At the Feast as an event not accepted as a pretext;
So that the glittering rapture, the amazement
Of the first-remembered Christmas Tree,
So that the surprises, delight in new possessions
(Each one with its peculiar and exciting smell),
The expectation of the goose or turkey
And the expected awe on its appearance,
So that the reverence and the gaiety
May not be forgotten in later experience,
In the bored habituation, the fatigue, the tedium,
The awareness of death, the consciousness of failure,
Or in the piety of the convert
Which may be tainted with a self-conceit
Displeasing to God and disrespectful to the children
(And here I remember also with gratitude
St. Lucy, her carol, and her crown of fire):
So that before the end, the eightieth Christmas
(By “eightieth” meaning whichever is the last)
The accumulated memories of annual emotion
May be concentrated into a great joy
Which shall be also a great fear, as on the occasion
When fear came upon every soul:
Because the beginning shall remind us of the end
And the first coming of the second coming.
~
ΠΗΓΗ: ΕΛΙΟΤ, ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΚΕΔΡΟΣ 2008
«Η καλλιέργεια των Χριστουγεννιάτικων δέντρων» (1954)
Μετάφραση: ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Γεννήθηκε στην Αμερική (1888-1965) με καταγωγή από αριστοκρατική
οικογένεια της Βοστώνης. Σε ηλικία 25 ετών εγκαταστάθηκε στην Αγγλία. Το
1927 ασπάστηκε την Αγγλικανική θρησκεία και αποκήρυξε την αμερικανική
του υπηκοότητα. Έγινε γνωστός με το ποίημά του The Love Song of J.
Alfred Prufrock (1915). Ακολούθησαν έργα που θεωρούνται αριστουργήματα
The Waste Land («Έρημη Χώρα», 1922), The Hollow Men («Οι Κούφιοι
Άνθρωποι», 1925), Four Quartets («Τέσσερα κουαρτέτα», 1943). Έγραψε και
αρκετά πετυχημένα θεατρικά έργα. Παίζονται ακόμα το Murder in the
Cathedral («Φονικό στην Εκκλησιά», 1935) και το The Cocktail Party
(1949). Το 1948 βραβεύτηκε με το Νόμπελ λογοτεχνίας.