Αυτή η παροιμιώδης έκφραση, οφείλεται σ' ένα περιστατικό μεταξύ του Κωλέττη και του γνωστού κουρελιάρη μποέμ τύπου της εποχής στα χρόνια του ΄Οθωνα, του Μανώλη Μπατίνου, ο οποίος τριγυρνούσε στους δρόμους της Αθήνας ρητορεύοντας, φιλοσοφώντας, και συνθέτοντας ποιήματα τα οποία απήγγειλε στους περαστικούς. Κάποια στιγμή, συνάντησε στον δρόμο τον Κωλέττη, τον ρώτησε αν έχει το δικαίωμα να βγάλει λόγο στη Βουλή, κι εκείνος του απάντησε πως θα του έδινε ευχαρίστως άδεια αν άλλαζε τα βρώμικα και κουρελιασμένα ρούχα του.
Την επόμενη μέρα, ο Μανωλιός παρουσιάστηκε στο ίδιο γνωστό σημείο με τα ίδια ρούχα, φορώντας τα όμως από την ανάποδη και άρχισε να απαγγέλλει τους εξής στίχους:
«Άλλαξε η Αθήνα όψη/ σαν μαχαίρι δίχως κόψη/ πήρε κάτι από την Ευρώπη/ και ξεφούσκωσε σαν τόπι/ Άλλαξαν χαζοί και κούφοι/ Και μας κάναν κλωτσοσκούφι/ Άλλαξε κι ο Μανωλιός/ Κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς»
Την επόμενη μέρα, ο Μανωλιός παρουσιάστηκε στο ίδιο γνωστό σημείο με τα ίδια ρούχα, φορώντας τα όμως από την ανάποδη και άρχισε να απαγγέλλει τους εξής στίχους:
«Άλλαξε η Αθήνα όψη/ σαν μαχαίρι δίχως κόψη/ πήρε κάτι από την Ευρώπη/ και ξεφούσκωσε σαν τόπι/ Άλλαξαν χαζοί και κούφοι/ Και μας κάναν κλωτσοσκούφι/ Άλλαξε κι ο Μανωλιός/ Κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς»