Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

Μολιέρος (Molière)

«Ο Ταρτούφος» (1664)

Μολιέρος (Molière)

«Ο αρχοντοχωριάτης» (1670)

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Όνειρο Θερινής Νυκτός»

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Ματωμένος Γάμος»

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ

«Ο μικρός πρίγκηπας»

Αντόν Τσέχωφ

«Ένας αριθμός»

Ντάριο Φο

«Ο τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού»

Ευγένιος Ιονέσκο

«Ρινόκερος»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

«Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι»

722 Ποιητές - 8.171 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (William Shakespeare), «Βασιλιάς Ληρ» (Αποσπάσματα)

Περίληψη του έργου: Ο Ληρ, βασιλιάς της Βρετανίας, πριν μοιράσει το βασίλειό του στις τρεις θυγατέρες του, τη Γονερίλη, τη Ρεγάνη και την Κορδέλια, ζητάει από την καθεμιά να του δηλώσει το μέγεθος της αγάπης της (α' απόσπασμα). Παρά τις συμβουλές του δούκα του Κεντ, αποκληρώνει την Κορδέλια κι εξορίζει το δούκα. Την αποκληρωμένη κόρη παντρεύεται
ο βασιλιάς της Φραγκιάς.

Ο Ληρ φιλοξενείται με τη σειρά κάθε μήνα από τις δυο μεγαλύτερες κόρες. Μολονότι έχει παραδώσει την εξουσία, εξακολουθεί να συμπεριφέρεται με αυταρχισμό. Ο δούκας του Κεντ, μεταμφιεσμένος, μπαίνει στην υπηρεσία του και του συμπαραστέκεται στους εξευτελισμούς που υφίσταται. Τελικά οι δυο κόρες διώχνουν τον πατέρα τους Ληρ, που ακολουθούμενος από τον πιστό του δούκα, μεταμφιεσμένο πάντα, και από το γελωτοποιό του περιπλανιέται μέσα σε μια άγρια νύχτα με καταιγίδα και καταφεύγει σ' ένα καλύβι ξεστομίζοντας βαριές κατάρες.

Από κει οι πιστοί του τον φυγαδεύουν στο Ντόβερ, απέναντι από τις γαλλικές ακτές. Στο μεταξύ ο δούκας της Κορνουάλης, σύζυγος της Ρεγάνης, σκοτώνεται σε μια συμπλοκή, ενώ ο βασιλιάς της Φραγκιάς αποβιβάζεται με στρατό στο Ντόβερ. Η Κορδέλια ειδοποιείται κι έρχεται να συναντήσει τον πατέρα της που βρίσκεται πια στα πρόθυρα της τρέλας. Η συνάντηση γίνεται στο φράγκικο στρατόπεδο (β' απόσπασμα). Ακολουθεί σύγκρουση των φράγκικων και αγγλικών στρατευμάτων και νικούν οι Αγγλοι. Ο Ληρ και η Κορδέλια συλλαμβάνονται και φρουρούνται. Ανάμεσα στις δυο βασίλισσες αδελφές, τη Γονερίλη και τη Ρεγάνη, ξεσπάει διχόνοια. Η Γονερίλη δηλητηριάζει τη Ρεγάνη και η ίδια αυτοκτονεί. Η Κορδέλια δολοφονείται και ο Ληρ ξεψυχάει κρατώντας στην αγκαλιά του το σώμα της.

Τα πρόσωπα που εμφανίζονται

ΛΗΡ, βασιλιάς της Βρετανίας.
Δούκας της Κορνουάλης, σύζυγος της Ρεγάνης.
Δούκας της Αλμπάνης, σύζυγος της Γονερίλης.
Δούκας του Κεντ.

ΓΟΝΕΡΙΛΗ ΡΕΓΑΝΗ ΚΟΡΔΕΛΙΑ, θυγατέρες του ΛΗΡ

ΓΙΑΤΡΟΣ
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ (στην υπηρεσία της Κορδέλιας)

ΠΡΑΞΗ Α', ΣΚΗΝΗ I  

Αίθουσα επίσημη στο παλάτι του βασιλιά Ληρ. Σάλπισμα. Μπαίνει ο Βασιλιάς με τους ακολούθους του και τα υπόλοιπα πρόσωπα που αναφέρονται πιο πάνω.

ΛΗΡ
    Ωστόσο ας φανερώσουμε τον πιο κρυφό σκοπό μας.
Δώσε μου εδώ το χάρτη. Μάθετε πως μοίρασα
στα τρία το κράτος μου κι απόφαση έχω στέρια
να ρίξω κάθε κόπο κι έγνοια από τα γέρα μου,
κι αφού αναθέσω σ' άλλες δύναμες πιο νέες,    

5
     

ξαλαφρωμένος, να συρθώ στον τάφο. Γιε μου
Κορνουάλη εσύ, και συ το ίδιο αγαπητέ
γιε μου Αλμπάνη, έχω σταθερή σήμερα θέληση
ν' ανακοινώσω, πως την κάθε μια απ' τις κόρες μου
προικοδοτώ κι έτσι μαλώματα στο μέλλον
   

10
     

να τα προλάβω από τα τώρα. Τ' αρχοντόπουλα
Βουργουνδίας και Φραγκιάς, μεγάλοι αντίπαλοι
για την αγάπη της μικρότερής μας κόρης,
που παρατράβηξε η ερωτική τους πολιορκία
μες στην αυλή μου, τώρα απάντηση προσμένουν.      
   

15
     

Πέστε μου, κόρες μου,
τώρα που βγάζω και τα δυο της βασιλείας φορέματα,
όρεξη για κατάχτησες κι έγνοιες της εξουσίας,
να ιδώ από σας ποια μ' αγαπάει πιο πολύ,
ώστε η περίσσια μου ευλογία ν' απλωθεί
   

20

ΓΟΝΕΡΙΛΗ 
    εκεί που η φύση το απαιτεί με την αξία της.
Γονερίλη μου πρωτόγεννη, μίλησε πρώτη.
Κύρη, το πόσο σ' αγαπώ δεν πιάνεται με λόγια.
Σ' έχω ακριβότερο απ' το φως μου, απ' τον αέρα
κι από τη λευτεριά· πολύ πιο πάνω απ' όλα
   

25
     

που ξετιμιώνται, όσο πολύτιμα είτε σπάνια·
όχι πιο λίγο απ' τη ζωή, ζωή με χάρες,
μ' υγεία, με κάλλη, με τιμή· όσο παιδί
ποτέ του αγάπησε ή πατέρας αγαπήθη·
τόσο που πιάνεται η πνοή κι η γλώσσα μου κομπιάζει·
   

30
      πάνω από κάθε τέτοια αγάπη σ' αγαπώ.    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    (Μόνη της).   
      Και η Κορδέλια; Ν' αγαπάει και να σωπαίνει.    

 ΛΗΡ
    Σ' όλες αυτές τις χώρες, από δω ως εδώ,
με τα πολλά ισκιερά τους δάση και τους κάμπους,
με τα τρεχούμενα νερά και τ' απλωτά λιβάδια,    

35

ΡΕΓΑΝΗ
    σε κάνω αφέντρα· εσένανε και του Αλμπάνη
και της γενιάς σας να 'ναι αυτά παντοτινά.
Τι λέει η δεύτερή μας κόρη, η πολυαγάπητη
Ρεγάνη μου, η γυναίκα του Κορνουάλη; Μίλησε.
Είμαι απ' το ίδιο με την αδερφή μου μέταλλο
   

40
     

κι έχω τιμή μου την αξία της. Μες στην πιστή καρδιά μου
βρίσκω κι ονόμασε την ίδια την αγάπη
που νιώθω πράγματι κι εγώ. Μόν' είπε λίγα·
γιατί εγώ το βεβαιώνω πως εχτρεύομαι
κάθε άλλη απ' όλες τις χαρές που κλει
   

45
     

το πιο πολύτιμο αισθητήριο κέντρο,
και λέω πως είναι μοναχή χαρά για μένα
του λατρευτού τρανού προσώπου σου η αγάπη.
   

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    (Μόνη της).
Φτωχιά Κορδέλια! Όμως όχι, αφού είμαι βέβαιη,
η αγάπη μου είναι πλουσιότερη απ' τη γλώσσα μου.  
   

50

ΛΗΡ
    Σε σένα και στους κληρονόμους σου για πάντα
ν' ανήκει τούτο το πλούσιο τρίτο μερτικό
από τ' ωραίο βασίλειό μου. Δεν ξεπέφτει
σ' έχταση, αξία κι ομορφιά απ' αυτό που εδόθη
στη Γονερίλη. - Τώρα, εσύ χαρά μου,
   

55
     

στερνή μου, μα όχι στερημένη, που αγωνίζονται
για την προτίμηση της τρυφερής σου αγάπης
τα κρασιά της Φραγκιάς, το γάλα της Βουργουνδίας,
τι θα μπορέσεις να μας πεις, για να κερδίσεις
μερίδα πιο παχιά απ' τις αδερφάδες σου;
   

60
      Μίλησε.    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Τίποτα, αφέντη μου.    

ΛΗΡ
    Τίποτα!    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Τίποτα.    

ΛΗΡ
    Δε θα 'βγει τίποτα απ' το τίποτα. Μίλα ξανά.    

65

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Εγώ, η καημένη, δεν μπορώ να φέρω
στο στόμα την καρδιά μου. Αφέντη μου, σ' αγαπώ
κατά το χρέος μου, όχι πιο πολύ ή πιο λίγο.
   

ΛΗΡ
    Πώς, πώς Κορδέλια; Λίγο διόρθωσε τα λόγια σου,
αλλιώς μπορεί την τύχη σου να βλάψεις.
   

70

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Καλέ μου κύρη, εσύ με γέννησες, μ' ανάθρεψες,
μ' αγάπησες. Εγώ, καθώς αρμόζει πάλι,
σου ξεπληρώνω αυτές τις καλοσύνες
μ' υπακοή, μ' αγάπη, με περίσσιο σέβας.
Τι παντρεύτηκαν οι αδερφάδες μου, αφού λένε
   

75
     

πως όλη κι όλη η αγάπη τους είναι σε σένα;
Αν τύχει κάποτε κι εγώ να παντρευτώ,
εκείνος που το χέρι μου στο χέρι του θα πάρει
μαζί θα πάρει τη μισή μου αγάπη
και τη μισή στοργή μου και φροντίδα·
   

80
     

σίγουρα δε θα παντρευτώ ποτέ,
αν είναι, σαν τις αδερφάδες μου,
να 'ναι η αγάπη μου όλη κι όλη στον πατέρα μου.
   

ΛΗΡ
    Είναι η καρδιά σου σύμφωνη μ' αυτά;    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Μάλιστα, αφέντη μου καλέ.    

85

ΛΗΡ
    Πώς, τόσο νέα και τόσο αναίσθητη;    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Αφέντη, νέα κι αληθινή.    

ΛΗΡ
    Καλά· λοιπόν, για προίκα πάρε την αλήθεια σου.
Γιατί, μα τ' άγιο αχτινοβόλημα του ηλιού,
μα τα μυστήρια της Εκάτης, μα τη νύχτα,
   

90
     

μα τις ουράνιες δύναμες, απ' όπου βγαίνει
κι η αρχή της ύπαρξης μας και το τέλος, τώρα
όλη απαρνιέμαι τη στοργή την πατρική,
συγγένεια και δεσμούς από αίμα, και στο εξής
ξένη είσαι στην καρδιά μου και στο νου για πάντα.  
   

95
     

Ο βάρβαρος ο Σκύθης ή κι αυτός που κάνει
τροφή του τα παιδιά του, να περιδρομιάσει
την πείνα του, θα βρει στην αγκαλιά μου τόση
φιλία, σπλαχνιά και συνδρομή, όση και συ
η άλλοτε κόρη μου.
    100

KENT
    Καλέ μου Ρήγα -    

ΛΗΡ
    Ήσυχα, Κεντ!
Μη μπεις ανάμεσα στον δράκο και στη λύσσα του.
Η χαϊδεμένη μου ήτανε
και λόγιαζα ν' απακουμπήσω τα στερνά μου
στην τρυφερή της λάτρα. - Φεύγα, και μπροστά μου
να μη φανείς! - Έτσι να βρω ησυχία στον τάφο μου,
την πατρική καρδιά μου τώρα της την παίρνω!
   

105
     

Καλέστε μου το Φράγκο. - Ποιος σαλεύει;
Καλέστε το Βουργούνδη. Κορνουάλη κι Αλμπάνη,
μαζί μ' αυτές τις προίκες των δυο θυγατέρων μου
και τούτη εδώ την τρίτη να χωνέψετε· κι αυτήν
η ξιπασιά της, που τη λέει ισάδα, ας την παντρέψει.
   

110
     

Σας ντύνω και τους δυο σας με τη δύναμή μου,
με την ανώτατη εξουσία και μ' όλες τις τιμές
που συντροφεύουν το μεγάλο αξίωμα.
Εγώ, με μιαν εκατοντάδα παλικάρια,
που θα κρατήσω με συντήρησή σας,
   

115
     

θα ζω κοντά σας, μια στον έναν, μια στον άλλον,
με τη σειρά μήνα με μήνα συναλλάζοντας.
Τ' όνομα μόνο θα 'χω πια και τις τιμές τις άλλες,
που αρμόζουν σ' έναν βασιλιά· κυβέρνηση, έσοδα  
   

120
     

και η εξουσία η άλλη, αγαπητά παιδιά μου,
δικά σας· και γι' απόδειξη, μοιράστε μεταξύ σας
ετούτη την κορόνα.

(Τους δίνει το στέμμα).
   

KENT
    Αφέντη, βασιλιά μου Ληρ, που πάντα μου σε τίμησα
βασιλικά και σαν πατέρα μου σ' αγάπησα·
   

125
     

που σ' ακολούθησα σαν αρχηγό μου
και σαν προστάτη μου άγιο σε μελέτησα
στις προσευχές μου-
   

ΛΗΡ
    Το τόξο σημαδεύει τεντωμένο,
φυλάξου απ' τη σαΐτα.
   

130

KENT
    Ρίχτ' τη καλύτερα να περονιάσει την καρδιά μου.
Ας φέρνεται άσκημα ο Κεντ, αφού δεν είναι ο Ληρ καλά.
Τι πας να κάμεις γέρο; Μη θαρρείς το χρέος
πως θα δειλιάσει να μιλήσει, όταν η δύναμη
σκύβει στην κολακεία;
   

135
     

Χρωστάει να 'ναι λευτερόστομη η τιμή,
όταν ξεπέφτει στη μωρία το μεγαλείο.
Άλλαξε απόφαση και σκέψου πιο καλύτερα,
την τρομερή βιασύνη σου να συγκρατήσεις.
Με τη ζωή μου σου εγγυώμαι για τη γνώμη μου.      
   

140
     

Δε σ' αγαπάει λιγότερο η μικρή σου η κόρη
κι ούτ' είναι κούφιοι από καρδιά όσοι η λαλιά τους
η σιγανή δεν κουδουνίζει κούφια λόγια.
   

ΛΗΡ
    Αν θες τη ζωή σου, Κεντ, μη βγάλεις λέξη πια.    

KENT
    Την είχα πάντα τη ζωή μου σαν ατού
   

145
     

να πέφτει ενάντια στους εχτρούς σου κι ούτε τρέμω
να μην τη χάσω, όταν το θέλει η σωτηρία σου.
   

ΛΗΡ
    Χάσου απ' τα μάτια μου!    

KENT
    Καλύτερα άνοιξέ τα, Ληρ, κι άσε να μείνω πάντα
τ' ασπράδι του ματιού σου το πιστό.
   

150

ΛΗΡ
    Τώρα, μα τον Απόλλωνα -    

KENT
    Τώρα, μα τον Απόλλωνα, καλείς του κάκου
τους θεούς σου.
   

ΛΗΡ
    Άπιστε δούλε! (Πιάνοντας το σπαθί του).    

ΑΛΜΠ ΚΟΡΝ
    Μη, καλε' μου αφέντη.    

KENT
    Κάμε το!    

155
     

Δώσ' στο γιατρό σου θάνατο και με την πληρωμή σου αυτή
γιάτρεψε το άθλιο πάθος σου. Πάρ' τη δωρεά σου πίσω,
αλλιώς, όσο φωνή θα βγάζω απ' το λαρύγγι μου,
θα σου το λέω: έκαμες άσκημα!
   

ΛΗΡ
    Άκουσε, προδότη,
στο χρέος σου να μ' ακούς σου λέω, άκουσε με!     
   

160
     

Επειδή βάλθης να με κάμεις να πατήσω
το λόγο μου, που ως τώρα εγώ δεν το 'καμα ποτέ,
και τόλμησες πεισματικά να μπεις ανάμεσα
στην προσταγή μου και στη δύναμή μου,
που δεν τ' ανέχεται ούτε το αίμα μου, ούτε η θέση μου,
   

165
     

την εξουσία μου ξαναπαίρνω, να κι η πληρωμή σου:
σου δίνω πέντε μέρες να ετοιμάσεις ό,τι
χρειαζούμενα για τα δεινά του βίου· την έχτη
γύρνα τη μισητή σου ράχη στο βασίλειό μου.
Σε δέκα μέρες, αν βρεθεί ακόμη μες στο κράτος μου
   

170
      το ξεγραμμένο σου κορμί, θάνατο θα 'χεις στη στιγμή.
Πήγαινε! Μα το Δία, αυτό δε θα τ' ανακαλέσω.    

KENT
    Να 'σαι καλά· αφού θέλεις τέτοιος να φανείς,
η λευτεριά είν' αλλού κι εδώ 'ναι η εξορία.–

(Στην ΚΟΡΔΕΛΙΑ).
Κόρη, ας σε πάρουν οι θεοί στην ακριβή τους φύλαξη
   

175
     

που σκέφτης φρόνιμα και μίλησες σωστά!

(Στη ΡΕΓΑΝΗ και ΓΟΝΕΡΙΛΗ).
Κι άμποτε τα δικά σας λόγια τα μεγάλα
να τα παινέσουν τα έργα σας
κι ωραίους καρπούς να βγάλει η τόση αγάπη σας.-
Και τώρα ο Κεντ, αρχόντοι, αφήνει σ' όλους γεια,   
   

180
     

σε τόπους νέους να στρώσει παλιά περπατησιά.
                                                                                (Βγαίνει).
   

ΠΡΑΞΗ Δ', ΣΚΗΝΗ 7

Μια σκηνή στο φράγκικο στρατόπεδο. Ο Ληρ κοιμάται σ' ένα κρεβάτι.
Απαλή μουσική παίζει. Γιατρός, αξιωματικός και υπηρεσία.
           
     

(Μπαίνουν η ΚΟΡΔΕΛΙΑ κι ο KENT).
   
           

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Ω συ, καλέ μου Κεντ, πόσο και πόσα θα 'πρεπε
να ζήσω και να κάμω, για να ξεπληρώσω
την καλοσύνη σου; Η ζωή μου θα 'ναι λίγη
και κάθε μέτρο χάνω.
   

KENT
    Της είναι η γνώρα πληρωμή και με το παραπάνω.          

5
     

Όλα που ανάφερα είν' η αλήθεια κι η πιο σκέτη·
δεν πρόσθεσα, δεν έκοψα, όπως τα 'πα.
   

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Βάλε καλύτερα φορέματα, τι αυτά
θυμίζουν τις κακές εκείνες ώρες· βγάλ' τα,
   

10
      παρακαλώ.    

KENT
    Όχι, ακριβή κυρά μου, επίτρεψε· από τώρα
αν γνωριστώ, θα μου χαλάσει όλα τα σχέδια.
Για χάρη σ' το ζητώ, να μη μου δείξεις γνώρα
προτού ο καιρός κι εγώ μαζί το εγκρίνουμε.
   

15

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Τότε, καλέ μου, ας γίνει κι έτσι-
Πώς είναι ο βασιλέας;
   

ΓΙΑΤΡΟΣ
    Κοιμάται ακόμη.    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Ω σεις, καλοί θεοί, γιατρεύτε τον μεγάλο πόνο
της πληγωμένης ύπαρξής του! Τις παράτονες,
στριγκές χορδίστε του αίσθησες, του παιδεμένου
   

20
      πατέρα που 'γινε παιδί.    

ΓΙΑΤΡΟΣ
    Αν αγαπά η μεγαλειότη σου,
μπορούμε να ξυπνήσουμε το βασιλέα·
κοιμήθηκε αρκετά.
   

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Έχε οδηγό την επιστήμη σου και λεύτερα    

25
      κάμε, όπως λέει η δική σου η θέληση. Τον ντύσατε;    

ΑΞΙΩΜ.
    Στο βύθος του ύπνου του, κυρά μου, τον αλλάξαμε.    

ΓΙΑΤΡΟΣ
    Να 'σαι μπροστά, καλή κυρά μου, όταν ξυπνήσει.
Δεν αμφιβάλλω, θα 'ναι ήσυχος.
   

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Πολύ καλά.    

30

ΓΙΑΤΡΟΣ
    Δεν πλησιάζετε; - Η μουσική πιο δυνατά!    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Αγαπημένε μου πατέρα! Ω γεροσύνη,
βάλε στα χείλη μου το γιατρικό σου·
και τούτο το φιλί ας γειάνει τις κακές πληγές
που κάμανε στη χάρη σου οι αδερφές μου!
   

35

ΚENT
    Βασιλοπούλα μου καλή και λατρευτή!    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Κι αν δεν ήσουν πατέρας τους,
αυτές σου οι άσπρες τρίχες
θα τους ζητούσανε έλεος; Αυτό το πρόσωπο
να βγει σε πόλεμο με τους κακούς ανέμους;
   

40
     

Ν' αντισταθεί στον επιδέξιο φοβερό τοξότη
τον κεραυνό; Στ' απανωτά φριχτά χτυπήματα
της σβέλτης αστραπής; Να 'σαι φρουρός -κακόμοιρος
φαντάρος- μ' ένα κράνος τόσο αδύνατο;
Του εχτρού μου ο σκύλος, και να μ' είχε και δαγκάσει,
   

45
     

τη νύχτα εκείνη θα 'χε θέση μπρος στο τζάκι μου·
κι εχρειάστη εσύ, φτωχέ, καημένε μου πατέρα,
να σταβλιστείς με τα γουρούνια, με τρελούς
ζητιάνους, πάνω σε βρώμικα άχυρα; Αχ, αλίμονο!
Θάμα πώς νους σου και ζωή με μιας δεν τέλειωσαν!-  
   

50
      Ξυπνάει· μίλησέ του.    

ΓΙΑΤΡΟΣ
    Εσύ, κυρά μου, προτιμότερο.    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Πώς είν' ο αφέντης βασιλέας μου; Τι κάνει
η μεγάλειότη σου;
   

ΛΗΡ
    Γιατί με βγάζετε απ' τον τάφο μου; Μου κάνετε            55
     

κακό. - Εσύ 'σαι μια ψυχή μακαρισμένη,
μα εγώ δεμένος σ' έναν πύρινο τροχό,
που και τα δάκρυα μου καίνε σα μολύβι
αναλυτό...
   

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Αφέντη, με γνωρίζεις;    

60

ΛΗΡ
    Είσαι ψυχή, το ξέρω· πότε πέθανες;    

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Ακόμη, ακόμη, είναι μακριό!    

ΓΙΑΤΡΟΣ
    Δεν καλοξύπνησε· άφησέ τον λίγο μόνο του.    

ΛΗΡ
    Πού ήμουνα; Πού είμαι; - Ωραίο φως της μέρας!
Με παίδεψαν πολύ. - Έναν άλλον να 'βλεπα έτσι,
    65

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    θα πέθαινα από λύπη. - Τι να πω δεν ξέρω-
Όρκο δεν παίρνω, αν είναι αυτά τα χέρια μου. Να ιδώ,
τη νιώθω της καρφίτσας την κεντιά; Πώς θα 'θελα
να 'ξερα σίγουρα πού βρίσκομαι!
Ω, κοίταξέ με, αφέντη μου, κι άσε το χέρι σου
   

70
     

απάνω μου, να με βλογήσεις. - Όχι, αφέντη μου,
δεν πρέπει εσύ να γονατίσεις.
Παρακαλώ, μην παίζετε μαζί μου.
Είμ' ένας παλαβούλης, τσακισμένος γέρος,
πάνω από ογδόντα, ούτ' ώρα πιο πολύ ή πιο λίγο·    
   

75
     

και, να σας πω και την αλήθεια,
φοβάμαι πως δεν είμαι στα σωστά μου.
Θαρρώ σε γνώριζα· κι αυτόν τον γνώριζα
πάλι δεν είμαι βέβαιος, γιατί καθόλου
δεν το γνωρίζω εδώ το μέρος· κι όσος νους
   

80

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    μου μένει, δε θυμάμαι αυτήν τη φορεσιά·
δεν ξέρω ακόμα ούτε πού πέρασα τη νύχτα.
Να μη γελάσετε μαζί μου· όσο είμ' άνθρωπος,
θαρρώ η γυναίκα αυτή είναι η κόρη μου η Κορδέλια.
Εγώ είμαι, εγώ είμαι.
   

85

ΛΗΡ
    Είναι τα δάκρυα σου υγρά; Ναι, αλήθεια.
Παρακαλώ, μην κλαις. Αν έχεις να μου δώσεις
φαρμάκι, θα το πιω. Δε μ' αγαπάς, το ξέρω·
μα οι αδερφάδες σου, θυμάμαι, με βασάνισαν.
Εσύ είχες λόγο, αυτές δεν είχαν.
   

90

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Κανέναν λόγο εγώ, κανέναν λόγο εγώ.    

ΛΗΡ
    Στη Φραγκιά είμαι;    

KENT
    Είσαι στο κράτος το δικό σου, αφέντη.    

ΛΗΡ
    Μην παίζετε μαζί μου.    

ΓΙΑΤΡΟΣ
    Κυρά μου, ησύχασε· η έξαψη η μεγάλη    

95
     

κατάπεσε, όπως βλέπεις, μα 'ναι πάλι κίνδυνος
να πάει ο νους του αμέσως στον καιρό που έχασε.
Πάρ' τον με τρόπο μέσα και μην τον ζαλίζεις πια
ως να συνέρθει ακόμη.
   

ΚΟΡΔΕΛΙΑ
    Θέλεις, αφέντη μου, να περπατήσεις λίγο;    

100

ΛΗΡ
    Να μη με συνερίζεσαι· παρακαλώ,
λησμονεί και συχωρά με, είμαι γέρος και
λωλούτσικος.
(βγαίνουν όλοι, εξόν απ' τον KENT και τον ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟ)
   
      (μτφρ. ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΩΤΑΣ)   
Πηγή 

**********

Πράξη 1 Σκηνή 2
 

Βασιλιάς Ληρ  
Αυτή είναι η υπέροχη ματαιότητα του κόσμου, που, σαν η τύχη μας αρρωστήσει - που συχνά γι' αυτό φταίμε 'μεις - ενόχους για τις καταστροφές μαςκαταδικάζουμε τον ήλιο, το φεγγάρι και τ' αστέρια, λες κι είμαστε αχρείοι απ' ανάγκη'ανόητοι επειδή τάχα τ' ουράνια μας πιέζουν'κακοήθεις, κλέφτες και προδότες από την επενέργεια των σφαιρών, πόρνοι, μέθυσοι και ψεύτες απ' την επιρροή των πλανητών, σαν ό, τι κακό έχουμε μέσα μας να έχει θεία επιβολή. Μια θαυμάσια υπεκφυγή του αισχρογεννημένου ανθρώπου, την κτηνώδικη ορμή του να την φορτώνει σ' ένα άστρο!
[...]
Πώς, καλύτερα να 'σουνα μέσα στον τάφο σου, παρά που αντικρίζεις με το γυμνό σου σώμα αυτή την παραφορά του ουρανού. Αυτό είναι όλο κι όλο ο άνθρωπος;... Ο αστόλιστος άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα τέτοιο κακόμοιρο, γυμνό, διχαλωτό ζώο σαν κι εσένα.
Πηγή

 **********
Ληρ
(Μονόλογος)

Φύσηξε, αγέρα, σκάσ’ τ’ ασκιά σου ! Λύσσα ! Φύσα !
Νεροποντές και καταρράχτες, σεις, χυθείτε,
ως να ποτίσετε πυργιά κι ανεμοδείχτες !
Σεις, φλόγες θειάφινες και σαν τη σκέψη γλήγορες
προδρόμοι του δρυκόπου αστραποπέλεκου,
τ’ άσπρα μαλλιά μου καψαλιάστε !
Και συ, που σύμπαντα ταράζεις, κεραυνέ,
χτύπα της γης τον στρόγγυλο όγκο, κάν’ τον πλάκα !
Της φύσης σύντριψε τις μήτρες, λυώσε μονομιάς
όλους τούς σπόρους πού γεννούν αχάριστους ανθρώπους.

Χύσου, βροχή ! Η βροχή, ο αγέρας, η βροντή,
η αστραπή δεν είναι κόρες μου. Μαζί σας,
στοιχειά μου, δεν τα βάζω για την ασπλαχνιά σας.
Σε σας δε μοίρασα βασίλειο, δε σας είπα
παιδιά μου, εσείς δε μου χρωστάτε υποταγή.
Λοιπόν, ας πάψει το φριχτό σας γλέντι· εδώ
σκλάβος σας στέκω, ένας φτωχός σακατεμένος,
ανήμπορος και καταφρονεμένος γέρος.

  (Μετάφραση: Βασίλης Ρώτας)

 **********
Το φάσμα της Τρέλας στο Βασιλιά Ληρ του Σαίξπηρ 

 Μελάνια Γκ. Ματζούκο: «Η ιστορία “Βασιλιάς Ληρ” του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ»

Αποφθέγματα William Shakespeare

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης