Χωρίς να το μάθει ποτέ, εδάκρυσε,
ίσως γιατί έ π ρ ε π ε να δακρύσει,
ίσως γιατί οι συφορές έ ρ χ ο ν τ α ι.
Απόψε είναι σαν όνειρο το δείλι•
Δεν βρέχει πια. Κι η κόρη αποσταμένη
στο μουσκεμένο ξάπλωσε τριφύλλι.
Σα δυο κεράσια χώρισαν τα χείλη•
κι έτσι βαθιά, γιομάτα ως ανασαίνει,
στο στήθος της ανεβοκατεβαίνει
το πλέον αδρό τριαντάφυλλο τ’ Απρίλη
Ξεφεύγουνε απ’ το σύννεφον αχτίδες
και κρύβονται στα μάτια της• τη βρέχει
μια λεμονιά με δυο δροσοσταλίδες
που στάθηκαν στο μάγουλο διαμάντια
και που θαρρείς το δάκρυ της πως τρέχει
καθώς χαμογελάει στον ήλιο αγνάντια.
~
Ποιητική συλλογή: 'Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων' (1919)
Ποιητική συλλογή: 'Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων' (1919)