Ἡ πρώτη μέρα ἔμεινε γιὰ πάντα κοντὰ στὸ Θεό.
Ἦρθες κι ἦταν βράδυ πάνω στοὺς λόφους
κι ἄναβες ἕνα ἕνα κερὶ τριγύρω μου
ὅπως ἀνάβει τὸ φεγγάρι τὶς κορφὲς τῶν κυπαρισσιῶν
γιὰ νὰ περνάει ἡ νύχτα.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ δὲ φάνηκε ἄνεμος.)
Τὴ δεύτερη μέρα ἤξερες τὴν τρίτη
ὅπως γνωρίζεις ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ἑνὸς δρόμου τὸ ταξίδι·
ἀπὸ τὰ χείλη μου ἔπινες νερὸ
κι ἤθελες νά ‘ναι θάλασσα ὅλ’ ἡ πλάση.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ εἴδαμε τοὺς λόφους.)
Τὴν τετάρτη μέρα στὸν ἴσκιο σου κοιμήθηκα
καὶ σ’ ὅσους πέρασαν εἶπες πὼς δὲν μὲ γνώριζες.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ φοβήθηκες τὸ πλῆθος.)
Τὴν πέμπτη μέρα ξέρω πὼς δὲν ἔφυγες ἀπὸ κοντά μου
κι ἤσουν βροχὴ ποὺ γύρω μου εἶχε πέσει.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ ἀγάπησες τὴ λύπη μου.)
Τὴν ἕκτη μέρα ἤσουν καλή μου καὶ φεγγάρι μου.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ μοῦ ἑτοίμασες τὸ δεῖπνο.)
Ἀπὸ νωρὶς σ’ ἔβαλα καὶ κοιμήθηκες
ὅπως κοιμοῦνται οἱ θάλασσες τὰ βράδια…
Καὶ μόνο πρὸς τὸ χάραμα, σ’ τ’ ὁρκίζομαι
μὴν τὸ πιστέψεις πὼς σὲ ἄφησα ὅλη νύχτα
βγῆκα νὰ περιμένω στὸν ὁρίζοντα
τὴ μέρα ποὺ ἦταν πιὰ καιρὸς νὰ μὲ προδώσεις…
~
Τάσος Ζερβός – Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΡΗΜΟΣ (1961-1962)
Ἦρθες κι ἦταν βράδυ πάνω στοὺς λόφους
κι ἄναβες ἕνα ἕνα κερὶ τριγύρω μου
ὅπως ἀνάβει τὸ φεγγάρι τὶς κορφὲς τῶν κυπαρισσιῶν
γιὰ νὰ περνάει ἡ νύχτα.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ δὲ φάνηκε ἄνεμος.)
Τὴ δεύτερη μέρα ἤξερες τὴν τρίτη
ὅπως γνωρίζεις ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ἑνὸς δρόμου τὸ ταξίδι·
ἀπὸ τὰ χείλη μου ἔπινες νερὸ
κι ἤθελες νά ‘ναι θάλασσα ὅλ’ ἡ πλάση.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ εἴδαμε τοὺς λόφους.)
Τὴν τετάρτη μέρα στὸν ἴσκιο σου κοιμήθηκα
καὶ σ’ ὅσους πέρασαν εἶπες πὼς δὲν μὲ γνώριζες.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ φοβήθηκες τὸ πλῆθος.)
Τὴν πέμπτη μέρα ξέρω πὼς δὲν ἔφυγες ἀπὸ κοντά μου
κι ἤσουν βροχὴ ποὺ γύρω μου εἶχε πέσει.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ ἀγάπησες τὴ λύπη μου.)
Τὴν ἕκτη μέρα ἤσουν καλή μου καὶ φεγγάρι μου.
(Ἦταν ἡ μέρα ποὺ μοῦ ἑτοίμασες τὸ δεῖπνο.)
Ἀπὸ νωρὶς σ’ ἔβαλα καὶ κοιμήθηκες
ὅπως κοιμοῦνται οἱ θάλασσες τὰ βράδια…
Καὶ μόνο πρὸς τὸ χάραμα, σ’ τ’ ὁρκίζομαι
μὴν τὸ πιστέψεις πὼς σὲ ἄφησα ὅλη νύχτα
βγῆκα νὰ περιμένω στὸν ὁρίζοντα
τὴ μέρα ποὺ ἦταν πιὰ καιρὸς νὰ μὲ προδώσεις…
~
Τάσος Ζερβός – Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΡΗΜΟΣ (1961-1962)
Ευχαριστώ την κ. Αγγελική Κ. που μου έστειλε το ποίημα
Ο Τάσος Ζερβός (1935-1995) γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και άσκησε τη δικηγορία στην Αθήνα. Φοιτητής ακόμα, το 1956, εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή Η πορεία των ίσκιων. Ακολούθησαν οι συλλογές Μορφές και σύμβολα (1957), Η ρίζα του ήλιου (1960), Η μεγάλη έρημος (1962), Άψινθος (1965), Η πορεία των ίσκιων (1966), η μελέτη Ανάγκη Ενισχύσεως της Δικαστικής (1968), τα μυθιστορήματα Επί των ορίων (1968) και Ο βασιλιάς Κλεομένης (1970), καθώς και η συλλογή διηγημάτων Γιατί γελούσε ο Μύσωνας (1980). Επιστρέφοντας στην ποίηση εκδίδει δυο ακόμα συλλογές: Πάραλος (1983) και Ξύλινα τείχη (1987). Όλα τα βιβλία του κυκλοφόρησαν εκτός εμπορίου (από χέρι σε χέρι). Μετά τον αιφνίδιο θάνατό του, σε ηλικία 60 ετών, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Το Ροδακιό η τελευταία ποιητική του συλλογή Προσωπογραφίες ή Το μεσιανό κατάρτι (είχε προλάβει να την ολοκληρώσει) και το 2004 ο συγκεντρωτικός τόμος Τάσος Ζερβός, Τα ποιήματα.