Έρχεσαι και ξανάρχεσαι σ’ αυτή την αίθουσα
τόσο γυμνή που σε κοιτάζουν όλοι
Βασανίζεις τα καθίσματα
σα να βασανίζεις τον ένοχο
Σου λέω να πνίξεις μέσα σου αυτά τα άγρια πουλιά
μα εσύ τα λευτερώνεις.
Γίνεσαι μαύρη από τη λύπη σου
κι έρχεσαι εδώ.
Από καιρό έρχεσαι και ξανάρχεσαι.
Τα γόνατά σου αστράφτουν μέσα στην αίθουσα.
τόσο γυμνή που σε κοιτάζουν όλοι
Βασανίζεις τα καθίσματα
σα να βασανίζεις τον ένοχο
Σου λέω να πνίξεις μέσα σου αυτά τα άγρια πουλιά
μα εσύ τα λευτερώνεις.
Γίνεσαι μαύρη από τη λύπη σου
κι έρχεσαι εδώ.
Από καιρό έρχεσαι και ξανάρχεσαι.
Τα γόνατά σου αστράφτουν μέσα στην αίθουσα.
Σου πλένω με τα δάκρυά μου
τα χέρια και τις μασχάλες.
Σου πλένω τα πόδια ως τα βουνά.
Σου χαρίζω την πιο ζεστή μου φωνή για να ντυθείς.
Μα εσύ φεύγεις
όπως ήρθες
γυμνή
για να υπάρχει πάντα ένα Ποίημα
να λέει για σένα
Ο Τάκης Σινόπουλος (Επιτάλιο/Αγουλινίτσα Ηλείας, 1917 - Πύργος Ηλείας 1981) ήταν Έλληνας ποιητής και συγγραφέας. Σπούδασε ιατρική στο πανεπιστήμιο Αθηνών και αποφοίτησε το 1944. Το 1934 δημοσίευσε το ποίημα «Προδοσία» και το διήγημα «Η εκδίκηση ενός ταπεινού» στην Πυργιώτικη εφημερίδα «Νέα Ημέρα» με το ψευδώνυμο Αργυρός Ρουμπάνης. Το 1941 επιστρατεύτηκε ως λοχίας υγειονομικού στο Λουτράκι, ενώ κατά τη διάρκεια της κατοχής δημοσίευσε μεταφράσεις Γάλλων ποιητών καθώς και μερικά δοκίμια για την ποίηση. Το 1942 φυλακίστηκε για μικρό χρονικό διάστημα από τους Ιταλούς ως αντιστασιακός ενώ την περίοδο του εμφυλίου ήταν γιατρός σε τάγμα πεζικού. Με το τέλος του εμφυλίου άρχισε να εργάζεται ως γιατρός παθολόγος στην πρωτεύουσα. Την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποίησε το 1934 με τη δημοσίευση του ποιήματος "Προδοσία" και του διηγήματος "Η εκδίκηση ενός ταπεινού" στην εφημερίδα του Πύργου "Νέα Ημέρα" με το ψευδώνυμο Αργυρός Ρουμπάνης, ενώ η πρώτη του ποιητική συλλογή είχε τίτλο "Μεταίχμιο" και εκδόθηκε το 1951. Η ποιητική πορεία του Τάκη Σινόπουλου χωρίζεται από τη λογοτεχνική κριτική σε δύο φάσεις. Στην πρώτη (1940-1965) κυριαρχούν το περιγραφικό και λυρικό στοιχείο και η στοχαστική γραφή, καθώς επίσης οι επιρροές από τους Έλιοτ, Σεφέρη και Έζρα Πάουντ, στα πλαίσια της προσπάθειας για μια οριοθέτηση του ποιητικού σύμπαντος σ’ έναν αντιποιητικό και απογοητευτικό κόσμο. Η δεύτερη (γύρω στα 1965 και ως το τέλος της ποιητικής του παραγωγής) κινείται στα ίδια θεματολογικά πλαίσια της φθοράς και του θανάτου, παρουσιάζει όμως μια μεταστροφή στη χρήση του γλωσσικού υλικού προς έναν αντιποιητικό, επιθετικό και συχνά ειρωνικό λόγο. Από το 1963 ως το 1967 συνεργάστηκε με το περιοδικό "Εποχές", όπου δημοσίευσε κείμενα βιβλιοκρισίας. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου πήρε μέρος στις αντιδικτατορικές εκδόσεις "18 Κείμενα" και "Κείμενα" 1 και 2, ενώ υπήρξε συνιδρυτής της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων και συνεργάτης του περιοδικού "Συνέχεια". Προτομή του ποιητή υπάρχει στην πλατεία, έξω από το σπίτι του, στην οδό Τάκη Σινόπουλου στον Περισσό.