Ήλιος, πάνω στην άμμο, κοιμωμένη ατίθαση,
Στων μαλλιών το χρυσάφι χαύνο λουτρό,
Σε παγωμένο μάγουλο θυμίαμα ανάβει
Κι ανακατεύει δάκρυα με φίλτρο ερωτικό.
Άφθαρτης ανακωχής λάμψη λευκή
Φιλιά μου ντροπαλά, θλιμμένα είπες,
«Ποτέ δεν θα γίνουμε μια μούμια απλά
Απ’ την αρχαία έρημο κάτω και τους ξένοιαστους φοίνικες!
Αλλά η κόμη ποτάμι ζεστό,
Την ψυχή που μας στοιχειώνει ατρόμητα πνίγει
Και βρίσκει για σένα Ανυπαρξία ανείδωτη.
Απ’ τα δακρυσμένα σου βλέφαρα τη σκιά θα γευτώ,
Για να μάθω αν θα δώσει στην καρδιά που τραυμάτισες
τη σκληρότητα του ουρανού και των βράχων.
Στων μαλλιών το χρυσάφι χαύνο λουτρό,
Σε παγωμένο μάγουλο θυμίαμα ανάβει
Κι ανακατεύει δάκρυα με φίλτρο ερωτικό.
Άφθαρτης ανακωχής λάμψη λευκή
Φιλιά μου ντροπαλά, θλιμμένα είπες,
«Ποτέ δεν θα γίνουμε μια μούμια απλά
Απ’ την αρχαία έρημο κάτω και τους ξένοιαστους φοίνικες!
Αλλά η κόμη ποτάμι ζεστό,
Την ψυχή που μας στοιχειώνει ατρόμητα πνίγει
Και βρίσκει για σένα Ανυπαρξία ανείδωτη.
Απ’ τα δακρυσμένα σου βλέφαρα τη σκιά θα γευτώ,
Για να μάθω αν θα δώσει στην καρδιά που τραυμάτισες
τη σκληρότητα του ουρανού και των βράχων.
~
Μετάφραση: Ανδρονίκη Δημητριάδου