Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

Μολιέρος (Molière)

«Ο Ταρτούφος» (1664)

Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

Μολιέρος (Molière)

«Ο αρχοντοχωριάτης» (1670)

Μολιέρος (Molière)

«Ντον Ζουάν» (1665)

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Όνειρο Θερινής Νυκτός»

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα»

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Ματωμένος Γάμος»

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ

«Ο μικρός πρίγκηπας»

Αντόν Τσέχωφ

«Ένας αριθμός»

Ντάριο Φο

«Ο τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού»

Ευγένιος Ιονέσκο

«Ρινόκερος»

Έντγκαρ Άλαν Πόε

«Ιστορίες αλλόκοτες»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

«Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι»

721 Ποιητές - 8.160 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Στίβεν Κρέιν (Stephen Crane), «Μαύροι Καβαλάρηδες» (απόσπασμα)

ΙΙΙ

Στην έρημο
Είδα ένα πλάσμα, γυμνό, κτηνώδες,
Καθόταν καταγής,
Κράταγε στα χέρια του την καρδιά του
Και την έτρωγε.
Είπα, «Είναι καλή, φίλε;»
«Είναι πικρή — πικρή», μου απάντησε∙
«Αλλά μ’ αρέσει
Γιατί είναι πικρή
Και γιατί ‘ναι η καρδιά μου».


XVIII

Στον ουρανό
Κάτι φύλλα χλόης
Στέκονταν μπροστά στο Θεό.
«Τι πράξατε;»
Τότε όλα εκτός από  ένα φυλλαράκι
Άρχισαν πρόθυμα  να διηγούνται
Τα καλά έργα τους.
Το φυλλαράκι έστεκε λίγο πιο πίσω
Ντροπιασμένο.
Τότε ο Θεός είπε,
«Κι εσύ τι έκανες;»
Το φυλλαράκι απάντησε, «Ω Κύριε
Η μνήμη μου είναι πικρή΄
Γιατί αν έκανα και κανένα καλό
Δεν το θυμάμαι».
Τότε ο Θεός, με  όλη Του τη μεγαλοπρέπεια
Σηκώθηκε απ’ το θρόνο Του.
«Ω καλό, μικρό φύλλο χλόης!» είπε.

XXIV

Είδα κάποιον να κυνηγάει τον ορίζοντα∙
Μπροστά ο ορίζοντας, πίσω αυτός, γύρω -γύρω πήγαιναν.
Παραξενεύτηκα∙
Τον πλησίασα.
«Είναι μάταιο αυτό», είπα,
«Ποτέ δε θα μπορέσεις—»
«Λες ψέματα», φώναξε
Και συνέχισε να τρέχει.

XXXI

Πολλοί εργάτες
Χτίζανε ένα τεράστιο σφαιρικό οικοδόμημα
Στην κορυφή ενός βουνού.
Ύστερα κατέβηκαν κάτω στην κοιλάδα
Και γύρισαν να δουν το έργο τους.
«Είναι μεγαλόπρεπο», είπαν∙
Τους άρεσε πολύ.
Άξαφνα, κουνήθηκε:
Κύλησε καταπάνω τους∙
Τους έπνιξε στο αίμα.
Μερικοί όμως πρόλαβαν να σκούξουν.

XXXV

Κάποιος είδε μια σφαίρα
Στον ουρανό∙
Σκαρφάλωσε ψηλά ψηλά,
Την πήρε—
Ήταν πηλός.
Και λοιπόν εδώ είναι το παράξενο:
Όταν ο άντρας γύρισε στη γη
Την ξανακοίταξε
Και να, ήταν χρυσός!
Εδώ είναι το παράξενο:
Ήταν μια χρυσή σφαίρα.
Ναι μα το Θεό, μια χρυσή σφαίρα.

XXXVI

Συνάντησα έναν προφήτη.
Στα χέρια του κρατούσε το βιβλίο της σοφίας.
«Κύριε», του είπα.
«Αφήστε με να διαβάσω».
«Παιδί μου—» πήγε να μιλήσει.
«Κύριε», του είπα,
«Μη με περνάτε για παιδί
Γιατί ξέρω κιόλας πολλά
Απ’ αυτό το βιβλίο.
Ναι, πολλά».
Χαμογέλασε.
Ύστερα άνοιξε το βιβλίο
Και το κράτησε μπροστά μου.—
Παράξενο που τυφλώθηκα στη στιγμή.

LXVII

Ο Θεός κείτονταν νεκρός στον ουρανό∙
Οι άγγελοι τραγούδησαν τον ύμνο μέχρι τέλους∙
Πορφυρά βογγητά στον άνεμο,
Τα φτερά τους έσταξαν,
Αίμα
Έπεσε  στη γη.
Βογκώντας, αυτό μαύρισε και
βούλιαξε στα σωθικά της.
Κι από τις μακρινές σπηλιές
Της νεκρής αμαρτίας
Βγήκανε τέρατα
Πελιδνά  και λυσσαλέα.
Πάλεψαν άγρια
Για να καταβροχθίσουν  τον κόσμο.
Αλλά απ’ όλα τα θλιβερά, ένα το θλιβερότερο—
Τα χέρια μιας γυναίκας
Που  προσπάθησαν να προφυλάξουν
Το κεφάλι ενός κοιμισμένου άντρα
Από τα δόντια του τελευταίου τέρατος.
~
Από τη συλλογή «Μαύροι Καβαλάρηδες»
Μετάφραση: Σπύρος Ηλιόπουλος

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

 
 
𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης