Οταν σηκώνεται η ομίχλη
σπαράζουν τα δέντρα
το ύφασμα στην πολυθρόνα που άλλαξες
φοβούνται οι ερωδιοι.
Οι νεκροί αναρριγούν
κι εσύ που γλίτωσες επιτέλους από εκείνο το ενυδρείο
όταν πεθαίνουν
τα φύλλα
ξυπνιύν οι λύκοι
αλυχτούν ψηλά
στους λόφους.
Τα παιδιά κοιμήθηκαν
και στο σπίτι βασιλεύει επιτέλους ησυχία
κι η υπεροχή της ποίησης
Τότε έρχεται
η παλιά αγαπημένη σου
-την αγαπούσες πολύ θυμάσαι…-
επάνω στο άλογο
με πρόσωπο στη στάχτη
μαλλιά από χόρτα
να σε χαιρετήσει…
Άραγε θα την πάρει αγκαλιά
ο επόμενος να κοιτούν μαζί το φεγγάρι
και να της λέει “σ΄αγαπώ… αγαπημένη”
ψιθυριστά μέσα στη νύχτα?
Ή τσαμπα σου έκλεισε κι απόψε το τηλέφωνο?
(1993)
πηγή
τα φύλλα
ξυπνιύν οι λύκοι
αλυχτούν ψηλά
στους λόφους.
Τα παιδιά κοιμήθηκαν
και στο σπίτι βασιλεύει επιτέλους ησυχία
κι η υπεροχή της ποίησης
Τότε έρχεται
η παλιά αγαπημένη σου
-την αγαπούσες πολύ θυμάσαι…-
επάνω στο άλογο
με πρόσωπο στη στάχτη
μαλλιά από χόρτα
να σε χαιρετήσει…
Άραγε θα την πάρει αγκαλιά
ο επόμενος να κοιτούν μαζί το φεγγάρι
και να της λέει “σ΄αγαπώ… αγαπημένη”
ψιθυριστά μέσα στη νύχτα?
Ή τσαμπα σου έκλεισε κι απόψε το τηλέφωνο?
(1993)
πηγή
Ο Πάνος Παναγιωτούνης είναι Έλληνας λογοτέχνης, δοκιμιογράφος και ιστορικός του θεάτρου. Γεννήθηκε το 1930 στην Καλαμάτα. Σπούδασε νομικά και πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω μέχρι την συνταξιοδότησή του, ασχολήθηκε συνδικαλιστικά με τα πνευματικά πράγματα του τόπου μας και χρημάτισε Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών, Έφορος και Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες: Πολωνικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Αραβικά, Αλβανικά, Ουγγρικά, Κορεάτικα, Πακιστανικά (Ούρντου) κ.λ.π. Έχει βραβευτεί με τα διεθνή βραβεία: Ιπεκτσί, (1989) και το Διεθνές Βραβείο Λυρικής Ποίησης, Πόσναν Πολωνίας, (2001)